Ο βαθμός της ανάπτυξης αυτού του τομέα στο Πήλιο παραμένει άγνωστος, γιατί δεν έχουμε τις ανάλογες πληροφορίες. Οι λιγοστές που υπάρχουν δίνουν μια εικόνα της καλλιέργειας - μάλλον μικρής - αυτής της τέχνης σε κάποια πηλιορίτικα χωριά. Στο Προμίρι λογουχάρη δραστηριοποιήθηκαν κατά τον 19ο αιώνα δυο χρυσοχόοι: Ο μαστρο - Κώστας Αθανασίου Χρυσοχόος (Α' μισό), που διατηρούσε εργαστήρι στο χωριό του, κατασκευάζοντας μεταξύ των άλλων, αργυρές επενδύσεις εικόνων και ιερά σκεύη της εκκλησίας, κι ο Θεόδωρος Γ. Χρυσοχού (Β' μισό του ίδιου αιώνα). Από τα γνωστά έργα του πρώτου είναι μια ασημένια επένδυση εικόνας του Προδρόμου (1 Μαΐου 1846) στον «Αϊ - Γιάννη» του νησιού Τρίκερι1 και ένας ωραίος ασημένιος σταυρός (1875), που συνοδεύει τα εξαπτέρυγα στην «Παναγία» του Προμιριού2. Μα και τα τελευταία, σύμφωνα με μια προμιριώτικη παράδοση, είναι έργα του Θεόδωρου Γ. Χρυσοχού.
Στη Μακρινίτσα εργάστηκε αργότερα (Β' μισό του 19ου αιώνα) ο Θεόδωρος Χρυσοχός. Ένα έργο του - ασημένιο ξεφτέρι με την επιγραφή «(...) διά χειρός Θ. Τ. Χρίσωχος Μακριτζότι» - σώζεται στον «Άγιο Δημήτριο» Νεοχωρίου από την 1η Απριλίου 1869. Ο ίδιος επίσης θα κατασκευάσει στα 1880 και το μεγάλο ασημένιο κάλυμμα της εικόνας των Ταξιαρχών στο ομώνυμο μοναστήρι της Ζαγοράς3. Αντίθετα ο Απόστολος Γ. Κωνσταντινίδης (Τα εν τω Πηλίω όρει παλαιά και σύγχρονα χριστιανικά Μνημεία, όπ.π., σελ. 138) υπογραμμίζει το 1870 και θεωρεί κατασκευαστή του καλύμματος τον Μακρινιτσώτη Δμ. Ιω. Χρυσοχού.
Την ίδια, πάνω - κάτω, εποχή επισημαίνουμε και την παρουσία των χρυσοχόων αδερφών Καϊάφα στη Ζαγορά. Κοντά στ’ άλλα, οι αδερφοί επαργύρωναν εικόνες, διατηρώντας και «λαμπρόν κατάστημα ἐκθέσεως τῶν προϊόντων τῆς τέχνης των»4.
Φαίνεται πως σε κάποιο ή κάποια χωριά οι τεχνίτες έκαναν και κλειδωτάρια, σύμφωνα με μια πληροφορία (5 Αυγούστου 1802) απ’ τη Συκή5.
Σύμφωνα εξάλλου με την παράδοση, τέτοιοι τεχνίτες έδρασαν στη Ζαγορά και στο Τρίκερι, όπου μέχρι σήμερα υπάρχουν απόγονοι με το επώνυμο Χρυσοχού. Δεν μπορούμε όμως να πούμε πως δημιουργήθηκε στο Πήλιο υψηλή ποιότητα τέτοιας τέχνης. Τα περισσότερα και τα καλύτερα είδη των χρυσαφικών και των ασημικών έρχονται από άλλα μέρη.