Το πασχαλινό πανηγύρι είναι όχι μόνο το αποτέλεσμα της φυσιολογικής ευφροσύνης που αισθάνεται ο λαός από το Πάσχα, με το διπλό συμβολισμό του, αλλά και η συνέπεια της ευχάριστης διάθεσης από την αναγεννώμενη ένα γύρω φύση. Ο διπλός αυτός ερεθισμός καθιέρωσε σε όλα, χωρίς εξαίρεση, τα χωριά του Πηλίου χορευτικές εκδηλώσεις, χωρίς μεθύσια όμως και παράφορα ξεσπάσματα κεφιού. Είταν πανηγύρια σεμνά με βασική εκδήλωση το χορό το απόγευμα της Κυριακής (ύστερ’ από τη Δεύτερη Ανάσταση)1, της Δευτέρας και της Τρίτης του Πάσχα. Στο νότιο Πήλιο οι χοροί γίνονταν κατά συνοικίες. Σε ορισμένο πάντα ξέφωτο συνάζονταν άντρες, αλλά κυρίως γυναίκες, και έστηναν χορούς άλλοτε με ένα ή δυο όργανα του χωριού και άλλοτε με τραγούδια. Ένα γύρω γέροι, γριές και μικρά παιδιά, του μαχαλά μονάχα, παρακολουθούσαν τους χορευτές, και περισότερο τα κορίτσια, που προβάλλονταν και ως υποψήφιες νύφες και αποτελούσαν την εγγύηση για τη διαιώνιση της ζωής. Κρεμούσαν ακόμα και μεγάλες κούνιες απ’τα ψηλά τα δέντρα (οι αρχαίες «αιώρες») και κουνιόνταν, περισσότερο τα κορίτσια, μέσα σε χάχανα και γενικές επιδοκιμασίες. Στη Ζαγορά, ενώ κουνιόταν ο καθένας (τουλάχιστο τρεις φορές) έλεγε:
«Εγώ στο χωριό
και τα φίδια στο βουνό»2.
Σε ορισμένα χωριά, κυρίως του νότιου Πηλίου, κρεμούσαν ακόμα και καντάρια, για να ζυγίζονται όλοι και κυρίως τα κορίτσια, έτσι για το καλό όπως έλεγαν, τονίζοντας όμως υπερβολικό το βάρος τους συνήθως.
Κατά συνοικίες χόρευαν επίσης και στην Τσαγκαράδα και τη Ζαγορά, επειδή οι μεγάλες αποστάσεις δεν ευνοούσαν, ούτε ευνοούν έως σήμερα, κοινές χορευτικές εκδηλώσεις. Σε μικρά χωριά χόρευαν στην πλατεία3, πάντα εδώ με όργανα κι έστηναν τις κούνιες σε γύρω δέντρα. Στο Ανήλιο κατέβαιναν όλοι οι κάτοικοι -ένα τέταρτο της ώρας δρόμος- στο μοναστήρι της Παναγίας την τρίτη μέρα του Πάσχα και ρίχνονταν στο χορό4. Μόλις πήγαινε να βασιλέψει ο ήλιος, διαλύονταν οι πανηγυριστές όλων των χωριών και επέστρεφαν στα σπίτια τους. Εννοείται πως άμα δεν επέτρεπε ο καιρός, ματαιώνονταν οι χοροί· ποτέ δεν γίνονταν σε κλειστό χώρο, μέρες του Πάσχα.
Η κατακλείδα των πασχαλιάτικων εκδηλώσεων είταν του Θωμά το απόγευμα, αλλά μόνο στα μικροχώρια. Κυρίαρχουσαν πάλι οι χοροί μονάχα στις κεντρικές πλατείες5.
Διαρκέστερους χορούς οργάνωνε και οργανώνει μέχρι σήμερα, το Τρίκερι. Κάθε απόγεμα απ’τη Δευτέρα του Πάσχα έως την Κυριακή του Θωμά. Κυρίως όμως εδώ το λόγο έχουν οι γυναίκες. Ντυμένες με τη βαριά τρικεριώτικη φορεσιά, στήνουν γυναικείους αποκλειστικά συρτούς, που κρατούνε ώρες ολόκληρες πάντα με τη συνοδεία των λαλούμενων. Πού και πού ενδιάμεσα χορεύουν και οι άντρες μόνοι τους. Σπάνια οι χοροί του Τρίκερι είναι μεικτοί, όπως στα άλλα πηλιορίτικα χωριά.
Το προβάδισμα τούτο των Τρικεριωτισσών στο χοροστάσι, είναι νομίζω απόρροια της ιδιαίτερης αδυναμίας του θαλασσινού Τρικεριώτη πρός τη γυναίκα του. Μήνες και μήνες στα πέλαγα, τη νοσταλγεί, ενώ αυτή η μακρόχρονη απουσία του άντρα έδωκε άλλη διάσταση στη γυναίκα, γιατί η τελευταία υποχρεώθηκε να πάρει μόνη της απάνω της όλα τα οικογενειακά βάρη και να μπει στην κοινωνική ζωή του χωρίου. Η γυναίκα του Τρίκερι απόχτησε μεγαλύτερη οντότητα από όλες τις άλλες Πηλιορίτισσες.
Αυτή λοιπόν η δυναμική της από τη μια και από την άλλη η διάθεση του Τρικεριώτη, που πάντα επέστρεφε απ’τα ταξίδια του αρκετά πριν από το Πάσχα, να προβάλει τις άξιες γυναίκες και να τις καμαρώσει με την πιο λαμπρή στολή τους, είταν θαρρώ η πιο σημαντική αιτία της προτίμησης του γυναικείου φύλου στο χοροστάσι.