• Στις κεντρικές βρύσες οι γυναίκες

    Αν η πλατεία και το καφενείο του χωριού αποτελούσε κατάχτηση του άντρα -ένας χώρος επικοινωνίας του αρσενικού πληθυσμού- η βρύση αντίθετα είταν τόπος των γυναικών, μια κοινωνία του γυναικόκοσμου. Ιδιαίτερα τις βραδινές ώρες του καλοκαιριού και της άνοιξης, όταν οι γυναίκες επέστρεφαν απ’το μεροδούλι, τη βρύση είχαν για ξέσκασμα και για αμοιβαία επικοινωνία. Να τρέξουν ως εκεί με τα κανάτια και τα λαΐνια για το απαραίτητο νερό αλλά και για κουβέντα με τις άλλες συγχωριανές. Όλα τα νέα του χωριού, οι προκλητικές περιπτώσεις της πεζής καθημερινότητας, από τα συνοικέσια που πρωτακούγονταν ως τα «γλυκά μάτια» που έκανε ο «άλφα» στη «βήτα», κι από τις σοβαρές ευθύνες μπροστά στις κόρες της παντρειάς και τις συνεννοήσεις για κοινές προσπάθειες, έως τους αναπόφευκτους θανάτους και τα βάσανα της γυναικείας βιοπάλης, στη βρύση ανακινιόνταν κι εκεί σχολιάζονταν. Βέβαια πολλές φορές τα νέα της περιοχής δίνονταν παραφουσκωμένα ή διαστρεβλωμένα, μια και ο συναισθηματικός κόσμος του πληροφοριοδότη ή σχολιαστή έπαιζε πάντα το ρόλο του.

    Γυναίκες στην κεντρική βρύση της Αργαλαστής
    Στην κεντρική βρύση «Κούβλος» της Αργαλαστής.

    Είταν στ’αλήθεια μια πραϋντική εκτόνωση κι ένα ψυχολογικό αντίβαρο στη δεσμευτική καταπίεση του χωριού, αλλά και μια οντολογική ανάγκη για επαφή αυτές οι συχνές συναντήσεις των γυναικών στο δικό τους στέκι, που τις έδενε περισσότερο και μπορεί να πει κανείς, τις έκανε ομάδα. Πουθενά αλλού δεν μπορούσαν να έχουν αυτή την ελευθερία της κίνησης και του λόγου, αλλά και την ευκαιρία μιας στενότερης επαφής και ανακοινωτικής ικανοποίησης σε απλωμένο κύκλο, όπως στη βρύση του χωριού. Εδώ χτυπούσε δυνατά τα ήσυχα βράδια ως αργά τη νύχτα -ιδιαίτερα τα Σαββατόβραδα και τις παραμονές των μεγάλων γιορτών- η γυναικεία καρδιά της πολίχνης, ενώ η οχλοβοή απ’το υπαίθριο τούτο «καφενείο» των γυναικών έφτανε ως πέρα.

    Με τον καημό της βρύσης νανούριζαν τα τρυφερά τους όνειρα και οι κοπελιές της πολίχνης. Να βγουν απ’το σπίτι, μέσ’ από το άγρυπνο μάτι του πατέρα και με τα κανάτια στο χέρι, σιγυρισμένες και περιποιημένες1 για να λικνιστούν στο λιθόστρωτο και να καταλήξουν στη βρύση. Γι’αυτό και η τελευταία είταν ένας ελκυστικός χώρος στα μάτια των νεαρών του χωρίου.

    1. Σύμφωνα με αφηγήσεις γεροντισσών της Ζαγοράς, οι γυναίκες και τα μεγάλα κορίτσια βάφονταν από παλιά με κοκκινάδι στο πρόσωπο. Το κοκκινάδι, όπως με βεβαίωναν οι ίδιες, το ’φτιαναν με «κριμέζ» (ένα είδος θάμνου που βγάζει κόκκινο καρπό σαν μικρή ρόγα σταφυλιού) και με ξύγκι από αρνάκι. Τα ζύμωναν και τα δυο, και με το υλικό αυτό κοκκίνιζαν τα μάγουλά τους.