Εξόν από τις τακτικές επισκέψεις στα σπίτια κατά τις ονομαστικές γιορτές, την Κυριακή κλπ., που είδαμε παραπάνω, συναντούσαμε και τις έκτακτες. Αυτές γίνονταν σε ώρα ανάγκης ή και σε στιγμές που δέσποζε η αναγκαιότητα της επικοινωνίας, κυρίως για τις γυναίκες. Όταν λ.χ. αρρώσταινε ξαφνικά κάποιος ή έπεφτε και χτυπούσε σοβαρά ή πέθαινε, θα έτρεχαν στο σπίτι του όλοι της γειτονιάς κυρίως και του συγγενικού κύκλου να βοηθήσουν και να συμπαρασταθούν στον πόνο, έστω κι αν είταν αργά τη νύχτα. Έτρεχαν επίσης και χωρικοί, που ήξεραν από βοτάνια κι έκαναν το γιατρό, να προσφέρουν ό,τι μπορούσαν1. Σε καλές όμως ώρες οι γυναίκες έπαιρναν μαζί τους μια κάλτσα ή σκαρπίνια κ.ά. να μπαλώσουν ή να πλέξουν. Αυτά τα σκαρπίνια -σημειώνει στα 1892 ο Γεώργιος Αδρακτάς2- «ἀπό τοῦ λαιμοῦ κρεμάμενα, μετά θαυμαστῆς ἐπιδεξιότητος καί ταχύτητος πλέκουσι καί καθ’ ὁδόν καί παντοῦ». Αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση μπορούσε γυναίκα ή άντρας να επισκεφτεί απροειδοποίητα σπίτι γείτονα, φίλου ή συγγενή για την κάλυψη μιας ανάγκης, που παρουσιαζόταν. Αν η ανάγκη είταν σοβαρή, μπορούσε να χτυπήσει την πόρτα οποιαδήποτε ώρα της νύχτας. Μπορούσε ακόμα μια ομάδα χωριανών να ξεκινήσει για κάποιο μακρυνό καλύβι, και με άσχημες καιρικές συνθήκες, ώστε να προσφέρει βοήθεια σε άρρωστο, τραυματία κλπ3. Στις ηθικές εξάλλου υποχρεώσεις τους είταν και η επέμβαση τους σε μια πυρκαγιά σε σπίτι χωρικού, δάσος κλπ. Χτυπούσε η καμπάνα της εκκλησίας και ειδοποιόνταν όλοι.
Γενικά δεν υπήρχαν εμπόδια στις σχέσεις και την αμοιβαία εξυπηρέτηση των κατοίκων του Πηλίου, εκτός αν έπεφτε ανάμεσά τους το μίσος, που είταν ωστόσο περιορισμένο4 σε σχέση με τα χρόνια ύστερ’ απ’την απελευθέρωση της Μαγνησίας το 1881.