Το έθιμο της αδερφοποιΐας επικρατούσε και στο Πήλιο τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά καμιά γραφτή περιγραφή δεν υπάρχει απ’ όσο γνωρίζω. Αναγκαστικά επομένως θα στηριχτούμε στην προφορική παράδοση των χωριών, που έως τα 1975 τουλάχιστο, διατηρούσαν μνήμες του εθίμου.
Η συνήθεια λοιπόν τηρήθηκε ως την απελευθέρωση του τόπου (1881) σε όλα τα χωριά του Πηλίου, από την Κερασιά πάνω ίσαμε το Τρίκερι κάτω. Οι τελευταίοι μάλιστα αδερφοποιτοί ή σταυραδέρφια κυκλοφορούσαν στα χωριά ως τα 1920-1930.
Η αδερφοποιΐα σκόπευε κι εδώ στη νομική, ας πούμε, καθιέρωση της φιλίας των ανθρώπων. Δυο ή περισσότεροι άντρες, δεμένοι με το δεσμό της αγάπης και θέλοντας να υπογράψουν κατά κάποιο τρόπο, συμβόλαιο παντοτινής φιλίας, πήγαιναν σε μια εκκλησιά να «διαβαστούν» απ’ τον παπά. Στη μέση του ναού σχημάτιζαν κύκλο και πιάνονταν απ’ τους ώμους με το αριστερό τους χέρι, γιατί το δεξί το ακουμπούσαν στο ευαγγέλιο, οπότε ο παπάς τους έζωνε με την «αγία ζώνη» της εκκλησίας1. Διάβαζε για μισή ώρα περίπου, κι ύστερα έβγαζε ένα πολύ σύντομο λόγο-υπόμνηση της αγάπης και της αμοιβαίας εξυπηρέτησης που έπρεπε να εκδηλώνουν κι αυτοί και τα παιδιά τους2. Από την ώρα εκείνη αποκαλούνταν μεταξύ τους σταυραδέρφια ή αδερφοποιτοί ή αρκαντάσηδες3, και δεν μπορούσαν να συμπεθεριάσουν (να παντρευτούν τα παιδιά τους).
Για τη συμμετοχή γυναίκας στην ιεροτελεστία της αδερφοποιίας, όπως συνέβαινε αλλού, όλες οι γνωστές παραδόσεις είναι αρνητικές, εκτός από μία. Τη διέσωσε ο Ηλίας Βογιατζής (1902-1935) από τον Αϊ - Γιώργη Νηλείας. Αυτός επέμενε όσο ζούσε πως στην περιοχή Μηλεών-Βιζίτσας, κάθε ομάδα σταυραδερφών4 διαβαζόταν, πριν από το 1850, με ένα φτωχό κορίτσι, που είταν το αντικείμενο της φροντίδας όλων. Οι σταυραδερφοί του εξασφάλιζαν την προίκα και το πάντρευαν κιόλας.
Ενισχυτικό της παράδοσης αποτελεί και το τοπωνύμιο «Σταυρομάνα» στις Μηλιές. Η λέξη απαντάται και στο παρακάτω τετράστιχο που κυκλοφορούσε στην πολίχνη5:
Όπως είναι γνωστό, σταυρομάνα καλούνταν η γυναίκα που «διαβαζόταν» κι αυτή πριν παντρευτεί, με τους άντρες στην εκκλησία. Κάθε παρέα δηλαδή αδερφοποιτών στην Ελλάδα είχε μαζί της και μια γυναίκα (κυρίως ανύπαντρη), που γινόταν κι αυτή σταυραδερφή και που προστάτευαν σ’ όλη της τη ζωή τα σταυραδέρφια της. Όταν παντρευόταν, τα παιδιά της και άλλοι χωρικοί τη φώναζαν «σταυρομάνα».
Σύμφωνα με δύο παραδόσεις, που κατάγραψα (1970-1975) στο Λαύκο και στο Τρίκερι7, η τελετή στο ναό συνδυαζόταν και με την τελετουργία της «ανταλλαγής» του αίματος των αδερφοποιτών. «Έκουβαν τα χέρια τ ’ς (λίγο πάνω απ’την παλάμη), τα σταύρουναν κι του αίμα έτριχι σι μια κούπα κι ήπ’νανι (= έπιναν) ούλ’ απ'αυτό μι τη σειρά»8.
Από τώρα και μπρος όλοι λογιόνταν αδέρφια. «Είταν κι καλύτιρ’ απ’ αδέρφια, είχαν αγάπ’ ιώνια (αιώνια)», και τα παιδιά τους αποκαλούσαν αυτούς τους γονείς «σταυροπατέρες». Στα πανηγύρια κάθονταν μαζί και γλεντούσαν μαζί. Σ’ όλη τους τη ζωή επίσης ο ένας προστάτευε και βοηθούσε τον άλλον. «Άμα πείραζι κανένας του σταυραδιρφό, γιουρντούσαν ούλ’ καταπάνου τ’»9.
Στους γάμους και στις μεγάλες χαρές ο ένας προσκαλούσε τον άλλον, και στην κηδεία κάποιου σταυραδερφού παρεβρίσκονταν κι όλοι οι άλλοι· έστω κι αν έμειναν σε άλλο χωριό. «Νά, όταν πέθανι ι παπούς σου μ’ (στο Προμίρι) ήρθι ι αδιρφουπ’τός τ’, ι Μαλαθούν’ς απ’ του Λαύκου σ’ γκηδεία»10.