• Λαϊκή Τέχνη

    Ένας τομέας αξιόλογος - συνάρτηση της οικονομικής ακμής του Πηλίου, της σχετικής ελευθερίας του και των σχέσεών του με την Ευρώπη απ’ τις αρχές του 18ου αιώνα - είταν και οι διάφορες μορφές της λαϊκής τέχνης. Έτσι «τό παλιό μοναστικόν όρος - όπως γράφει ο Κίτσος Μακρής1 - γίνεται ἔνα δραστήριο ἐργαστήριο ἐλευθερίας καί τέχνης (...) Ἠ τάξη τῶν πραματευτάδων καί τῶν βιοτεχνῶν δίνει τόν τόνο οτή ζωή καί τήν τέχνη τῶν εικοσιτέσσερων χωριῶν».

    Θα αρχίσει λοιπόν αποδώ και μπρος ένας παροξυσμός δραστηριότητας για να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες, όσες είχαν σχέση με τη διαβίωση, τη λατρεία και τις νέες αισθητικές αντιλήψεις. Υψώνονται σπίτια δίπατα και τρίπατα σύμφωνα με τον βορειοελλαδίτικο ρυθμό, και στολίζονται εσωτερικά κι εξωτερικά με ζωγραφιές και πλουμίδια, εμπνευσμένα κυρίως από το φυσικό περίγυρο. Το ξυλόγλυπτο παίρνει μια κυριαρχική θέση μέσα στο σπίτι, και το λιθανάγλυφο φιγουράρει σε εμφανή σημεία των εξωτερικών τοίχων. Χαραχτηριστικό είναι, ότι άλλα από τα σπίτια αυτά προβάλλονται ως μονάδες και άλλα κατά σύνολα.

    Παλιά σπίτια στις Πινακάτες
    Παλιά σπίτια στις Πινακάτες (φωτογρ. Γιάννη Μουγογιάννη).

    Στο χώρο της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής ανεγείρονται ναοί και μοναστήρια, σκαλίζονται τέμπλα, δεσποτικοί θρόνοι, παγκάρια και άμβωνες, στολίζονται τοίχοι με αγιογραφίες, φιλοτεχνούνται υπέρθυρα και εντοιχίζονται λιθανάγλυφα. Επιπλέον: χτίζονται βρύσες με λιθογλυπτικό διάκοσμο και κατασκευάζονται διδαχτήρια με πρώτα στο μέγεθος και τη διακόσμησή τους, της Ζαγοράς (1777) και των Μηλεών (1814)2. «Ἀπό τό 1700 - σημειώνει ο Απόστολος Βακαλόπουλος3 - ἡ οικονομική ἄνοδος τῶν χωριῶν (σημ.: του Πηλίου) προχωρεῖ γοργά, καθώς τό ἀποδεικνύει ἡ οικοδόμηση ὡραίων σπιτιῶν καί εὐρυχώρων ναῶν καί ήσυσσώρευση τοῦ πληθυσμοῦ στην περιοχή τοῦ Πηλίου (...)».

    Το μοναστήρι της Λαμπηδόνας στη Λαμπινού
    Το μοναστήρι της Λαμπηδόνας στη Λαμπινού, έργο του 1796 (φωτογρ. Γιάννη Μουγογιάννη).

    Για τη δημιουργία των νέων αυτών έργων απασχολήθηκαν σειρές από τεχνίτες. Μάστοροι κι αρχιμάστοροι, χτιστάδες, σοβατζήδες, λιθογλύπτες, ξυλογλύπτες, ζωγράφοι. Το Πήλιο διέθετε βέβαια τεχνίτες, που δεν μπορούσαν όμως να έχουν τις ικανότητες των Ηπειρομακεδόνων. Καλούνται λοιπόν κι έρχονται μάστοροι από «τη βρυσομάνα τής λαϊκής μας τέχνης»4, την Ήπειρο. Είναι οι ονομαστοί «Ζουπανιώτες», με πρώτους στη μαστοριά τους τον αρχιτέκτονα Δήμο Ζηπανιώτη και το λιθογλύφο Μίλιο Ζουπανοπολίτη5. Πέρ’ απ’ αυτούς θα ’ρθουν στο Πήλιο και θα εργαστούν κι άλλοι τεχνίτες από τα Άγραφα, τη Σαμαρίνα, την Κρήτη κι από την Κύπρο ακόμα6, για να μετατραπεί αυτό το βουνό σ’ ένα ζωντανό μνημείο της λαϊκής τέχνης.

    1. Βήματα, (Αθήνα) 1979, σελ. 32.
    2. Γιάνη Κορδάτου, Ιστορία της επαρχίας Βόλου και Αγιάς, όπ.π., σελ. 579 - 590, 600 - 604.
    3. Ιστορία του νέου Ελληνισμού. Τουρκοκρατία (1669 -1812): Η οικονομική άνοδος και ο φωτισμός του Γένους, όπ.π., σελ. 523.
    4. Κίτοου Μακρή, Η Λαϊκή Τέχνη του Πηλίου, όπ.π., σελ. 43 - 44.
    5. Βλ. γι’ αυτούς α) Κίτσου Μακρή, Αρχιτέκτων Δήμος Ζηπανιώτης, ανάτυπο από την «Επιθεώρηση Τέχνης», Αθήνα 1957, β) Του ίδιου, Η Λαϊκή Τέχνη του Πηλίου, όπ.π., σελ. 43-44, γ) Του ίδιου, Μεταβυζαντινή καί Νεώτερη Μαγνησία, όπ.π., σελ. 204.
    6. Κίτσου Μακρή, Η Λαϊκή Τέχνη του Πηλίου, όπ.π., σελ. 44.